Από το 2009 (χρονιά που χάσαμε 10 αρκούδες σε πολυάριθμα τροχαία ατυχήματα) ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ ξεκίνησε ειδικό πρόγραμμα παρακολούθησης του πληθυσμού της καφέ αρκούδας* στους νομούς Καστοριάς και Κοζάνης, με στόχο τη μελέτη των προτύπων κίνησής τους σε σχέση με τον κάθετο άξονα της Εγνατίας Οδού «Σιάτιστα-Κρυσταλλόπηγη». Τα αποτελέσματα της μελέτης θα χρησιμοποιηθούν στη διατύπωση προτάσεων για την αποτροπή του μεγάλου αριθμού τροχαίων ατυχημάτων με θύματα αρκούδες που έχουν καταγραφεί στην περιοχή τα τελευταία χρόνια.
Την άνοιξη του 2011, τη δεύτερη χρονιά της μελέτης, η ερευνητική ομάδα του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ ολοκλήρωσε επιχείρηση σύλληψης αρκούδων στην περιοχή του Βογατσικού Καστοριάς και στο τμήμα της οδού όπου συνέβησαν τα περισσότερα ατυχήματα. Συνολικά σημάνθηκαν 5 αρκούδες.
Στις 4/5/2011, η ομάδα του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ έπιασε ένα ενήλικο αρσενικό, βάρους 160 κιλών, στο οποίο «φόρεσε» έναν δορυφορικό πομπό-κολάρο, ο οποίος καταγράφει την κίνηση του ζώου κάθε μία ώρα. Ο αρκούδος ονομάστηκε χαϊδευτικά, Θανάσης.
Μόλις 2 μέρες μετά τη σύλληψή του, ο Θανάσης κατόρθωσε να διασχίσει τον κάθετο άξονα της Εγνατίας περνώντας από τον ανεπαρκή προστατευτικό φράχτη. Μέχρι τις 23 Μαΐου, οι ερευνητές του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ παρακολουθούσαν καθημερινά τις κινήσεις του Θανάση, οπότε και ο δυνατός αρκούδος κατάφερε να βγάλει το κολάρο του (βλέπε χάρτη).
Το βράδυ της 25ης Μαΐου, ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ ειδοποιήθηκε από την Αστυνομία της περιοχής ότι άλλη μια αρκούδα σκοτώθηκε σε τροχαίο ατύχημα στην περιοχή Ρέμα Γκιώλη, κοντά στο Κωσταράζι του Νομού Καστοριάς. Φτάνοντας στο σημείο του ατυχήματος οι ερευνητές του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ διαπίστωσαν ότι τη δεύτερη φορά που προσπάθησε ο Θανάσης να διασχίσει το δρόμο, δε στάθηκε τόσο τυχερός.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για το 2ο τροχαίο ατύχημα με θύμα αρκούδα το 2011, και το 2ο στο ίδιο σημείο. Συνολικά μετράμε 16 νεκρές αρκούδες σε ισάριθμα τροχαία από το 2009 ως σήμερα.
Από την επιτόπια έρευνα της Ερευνητικής Ομάδας του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ διαπιστώθηκε ότι οι αρκούδες στην περιοχή προσπάθησαν να παραβιάσουν το φράχτη της οδού –που θα έπρεπε να προστατεύει οδηγούς και αρκούδες από τον κίνδυνο ατυχημάτων- σε περισσότερα από 30 σημεία! (βλέπε σχετική φωτογραφία). Από τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα της παρακολούθησης των άλλων 4 αρκούδων στην περιοχή, προκύπτει ότι ήδη έχουν διασχίσει τον άξονα της Εγνατίας άλλες 6 φορές!
Το θέμα παραμένει, όσο κινδυνεύουν άνθρωποι και αρκούδες από την ανεπαρκή περίφραξη της οδού και την απουσία όσων προστατευτικών μέτρων έχει επανειλημμένα και επίσημα καταθέσει ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ στις αρμόδιες Αρχές.
Δεσμεύσεις και υποσχέσεις από το Υπουργείο Περιβάλλοντος ανανεώνονται αλλά δεν πραγματοποιούνται. Το έργο επείγει!
Περισσότερες πληροφορίες: Βάσω Πετρίδου, 6937 422537, 2310 555920
*το πρόγραμμα υλοποιείται με την υποστήριξη της εταιρίας κινητής επικοινωνίας Vodafoneκαι την παραχώρηση του εξοπλισμού από την Εγνατία Οδός ΑΕ.
Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε το αποτέλεσμα της πολιορκίας της βυζαντινής πρωτεύουσας, της οποίας Αυτοκράτορας ήταν ο Κωνσταντίνος ΙΑ' Παλαιολόγος, από τον οθωμανικό στρατό, με επικεφαλής τον σουλτάνο Μωάμεθ Β'. Η πολιορκία διήρκεσε από τις 7 Απριλίου ως τις 29 Μαϊου 1453 (Ιουλιανό ημερολόγιο). Όταν τελικά η Κωνσταντινούπολη αλώθηκε, η υπερχιλιετής Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει.
Η πολιορκία
Στις 7 Απριλίου κηρύχθηκε επίσημα η πολιορκία από τον Μωάμεθ Β' και στις 12 κατέφθασε ο τουρκικός στόλος από την Καλλίπολη. Ήταν ο πρώτος πραγματικά αξιόμαχος στόλος που είχαν αποκτήσει οι Οθωμανοί. Κατά την έναρξη της πολιορκίας ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας πήρε θέση κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού, απέναντι από τον σουλτάνο. Στο πλευρό του είχε τον Ιουστινιάνη. Το μεγάλο τουρκικό κανόνι είχε τοποθετηθεί ακριβώς μπροστά και για τον λόγο αυτό οι Βυζαντινοί τοποθέτησαν μεγάλο μέρος του στρατού σε αυτό το μέρος των τειχών.
Στις 12 Απριλίου ξεκίνησε ο βομβαρδισμός με τα κανόνια, που συνεχίστηκε σχεδόν αδιάκοπα σε όλο το διάστημα της πολιορκίας. Οι Βυζαντινοί δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα δικά τους κανόνια, που άλλωστε ήταν πολύ κατώτερα από τα τουρκικά, τα οποία είχαν τοποθετήσει πάνω στα τείχη για να βάλλουν εναντίον των πολιορκητών, αλλά γρήγορα διαπίστωσαν ότι κάθε βολή τους προκαλούσε ρωγμές στα ίδια τα τείχη. Ωστόσο η άμυνα τις πρώτες βδομάδες διεξάγονταν με επιτυχία. Στις 18 Απριλίου αποκρούστηκε με επιτυχία η πρώτη συντονισμένη τουρκική έφοδος και το ηθικό των Βυζαντινών αναπτερώθηκε.
Στις 20 Απριλίου σημειώθηκε ένα αναπάντεχα ευχάριστο γεγονός για τους πολιορκημένους: τρία γενουατικά πλοία και ένα βυζαντινό, μετά από νικηφόρα σύγκρουση με αριθμητικά υπέρτερο τουρκικό στόλο, ήλθαν να ενισχύσουν τους Βυζαντινούς. Ο σουλτάνος είχε τόσο αναστατωθεί από την ναυμαχία αυτή που προχώρησε έφιππος στην θάλασσα. Το γεγονός αυτό ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για την ψυχολογία των πολιορκημένων, οι οποίοι πίστευαν ότι η ευνοϊκή έκβαση της πολιορκίας ήταν πλέον ορατή.
Στις 22 Απριλίου, ο στόλος των Τούρκων ύστερα από επιχείρηση της προηγούμενης νύχτας, κατάφερε να διεισδύσει εντός του Κεράτιου κόλπου. Για τον σκοπό είχε κατασκευαστεί στην κοιλάδα μεταξύ των λόγγων, ένα είδος ξύλινης εξέδρας, επάνω από την οποία σύρθηκαν- με τη βοήθεια πλήθους ανθρώπων που ήταν στη διάθεση του Μωάμεθ Β΄- τα οθωμανικά πλοία, που είχαν τοποθετηθεί πάνω σε τροχούς. Για να μη γίνει αντιληπτό το εγχείρημα, τα κανόνια βομβάρδιζαν ακατάπαυστα το χερσαίο τείχος. Ο στόλος των Βυζαντινών και των Ιταλών συμμάχων τους, που στάθμευε εντός του Κεράτιου κόλπου, βρέθηκε ανάμεσα σε δύο πυρά και η κατάσταση της πόλης έγινε κρίσιμη. Τότε οργανώθηκε σχέδιο για να πυρποληθεί ο τουρκικός στόλος με υγρό πυρ την επόμενη νύχτα, όμως το σχέδιο προδόθηκε και έτσι δεν πραγματοποιήθηκε. Επιπλέον, η άμυνα της πόλης εξασθενούσε, καθώς έπρεπε να τοποθετηθούν δυνάμεις στο τείχος του Κερατίου που ως τότε δεν είχε ανάγκη από ιδιαίτερη περιφρούρηση.
Στο μεταξύ στη βυζαντινή πρωτεύουσα είχε γίνει ιδιαίτερα αισθητή η έλλειψη τροφίμων. Οι πολεμιστές είχαν αρχίζει να κουράζονται με τις αλλεπάλληλες εχθρικές επιθέσεις. Επίσης Βενετοί και Γενουάτες διαπληκτίζονταν κατηγορώντας οι πρώτοι τους δεύτερους για συνεργασία με τον εχθρό. Υπήρχαν φήμες ότι οι Γενουάτες του Γαλατά, ο οποίος έμεινε ανέγγιχτος από τους Τούρκους σε όλο το διάστημα της πολιορκίας, βοηθούσαν τον σουλτάνο. Επίσης πολλοί Βυζαντινοί αλλά και ξένοι συμβούλευαν τον Αυτοκράτορα να διαφύγει, όμως ο Κωνσταντίνος με θάρρος και αξιοπρέπεια απέρριπτε την ταπεινωτική αυτή λύση.
Ο συνεχής βομβαρδισμός της πόλης, που δεν διακόπηκε για αρκετές βδομάδες καθόλου, εξάντλησε εντελώς τον πληθυσμό, άντρες, γυναίκες παιδιά, ιερείς, μοναχοί προσπαθούσαν να αποκαταστήσουν τις πολυάριθμες ρωγμές του τείχους. Η πολιορκία είχε ήδη διαρκέσει πενήντα μέρες. Ταυτόχρονα στο οθωμανικό στρατόπεδο επικρατούσαν φήμες, πιθανόν ψεύτικες, για την πιθανή άφιξη πολυάριθμου χριστιανικού στόλου από τη Δύση, κάτι που ανάγκασε τον Μωάμεθ να εντείνει την προσπάθεια για κατάληψη της πόλης.
Στις 21 Μαΐου, ο σουλτάνος έστειλε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη. Ζητούσε την παράδοση της πόλης με την υπόσχεση να επιτρέψει στον Αυτοκράτορα και σε όσους το επιθυμούσαν να φύγουν με τα υπάρχοντά τους. Επίσης, θα αναγνώριζε τον Κωνσταντίνο ως ηγεμόνα της Πελοποννήσου. Τέλος, εγγυόταν για την ασφάλεια του πληθυσμού που θα παρέμενε στην πόλη. Οι αντιπροτάσεις του Κωνσταντίνου διαπνέονταν από πνεύμα αξιοπρέπειας και αποφασιστικότητας. Δέχονταν να πληρώσει υψηλότερους φόρους υποτέλειας και να παραμείνουν στα χέρια των Τούρκων όλα τα κάστρα και τα εδάφη που είχαν στο μεταξύ κατακτήσει. Για την Κωνσταντινούπολη όμως δήλωσε:
"Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ' ἐμὸν ἐστίν οὔτ' ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν"
Η τελική επίθεση
Ύστερα από την αποτυχημένη προσέγγιση, ο Μωάμεθ Β' κάλεσε πολεμικό συμβούλιο και κατόπιν έβγαλε λόγο προς τους στρατιώτες του, ζητώντας του θάρρος και σταθερότητα. Τόνισε ότι υπάρχουν τρεις προϋποθέσεις για έναν επιτυχή πόλεμο: η επιθυμία (για τη νίκη), η ντροπή (για την ήττα) και η υπακοή στους ηγέτες. Επίσης δήλωσε με όρκο πως ο ίδιος ήθελε μόνο τα τείχη και τα οικοδομήματα της πόλης και πως αφήνει στο στρατό του όλα τα άλλα. Υπογράμμισε πως υπάρχουν θησαυροί μέσα στα κτήρια και κυρίως στις εκκλησίες και πως θα επωφεληθούν από τον εξανδραποδισμό των κατοίκων, ανάμεσά τους υπήρχαν πολλές νέες γυναίκες. Τέλος διέταξε νηστεία και προσευχή. Η επίθεση ορίστηκε για την νύχτα της 29ης Μαΐου.
Στις 28 Μαΐου συντελέστηκε μεγάλη ακολουθία στην Αγία Σοφία, η τελευταία χριστιανική ακολουθία που πραγματοποιήθηκε στην περίφημη εκκλησία της πόλης, την οποία παρακολούθησε πλήθος αξιωματούχων και πιστών. Ο Κωνσταντίνος ΙΑ' σε λόγο προς τον λαό του, όπως τον διασώζει ο Γ. Φραντζής, τον προέτρεψε να αντισταθεί γενναία, λέγοντας ότι οι Τούρκοι «υποστηρίζονται από όπλα, ιππικό, πυροβολικό και την αριθμητική τους υπεροχή, εμείς όμως στηριζόμεθα πρώτα στον Θεό και Σωτήρα μας και κατόπιν στα χέρια μας και στην δύναμή μας που μας έχει χαρίσει ο ίδιος ο Θεός». Ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε την ομιλία του ως εξής:
"...Γνωρίσατε λοιπόν τούτο: Εάν ειλικρινά υπακούσετε ό,τι σας διέταξα, ελπίζω ότι, με τη βοήθεια του Θεού, θα αποφύγουμε τη δίκαιη τιμωρία Του, που κρέμεται επάνω μας."
Την Τρίτη το βράδυ, 29 Μαΐου, μεταξύ 01.00 και 02.00, εκδηλώθηκε γενική τουρκική επίθεση. Μόλις δόθηκε το σύνθημα η πόλη υπέστη συνδυασμένη επίθεση από τρεις πλευρές συγχρόνως. Οι Βυζαντινοί κατάφεραν να αποκόψουν τις υπόγειες σήραγγες απ' όπου οι Τούρκοι προσπάθησαν να περάσουν κάτω από τα τείχη. Παρόλο που στις επιθέσεις ήταν περισσότεροι αριθμητικά, οι Βυζαντινοί τους απώθησαν αρκετές φορές προκαλώντας τους τρομερές απώλειες. Οι δύο πρώτες επιθέσεις αποκρούστηκαν. Όμως ο Μωάμεθ Β' οργάνωσε πολύ προσεκτικά την τρίτη και τελευταία επίθεση. Με ιδιαίτερη επιμονή οι Τούρκοι επιτέθηκαν κατά του μέρους των τειχών το οποίο ήταν κοντά στην πύλη του Αγίου Ρωμανού (Πέμπτον), όπου πολεμούσε και ο ίδιος ο Αυτοκράτορας. Ένας από τους κύριους υπερασπιστές της πόλης, ο Γενουάτης Ιουστινιάνι, τραυματίστηκε σοβαρά και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον αγώνα. Αυτή η απώλεια υπήρξε ανεπανόρθωτη για τους Βυζαντινούς. Στα τείχη δημιουργούνταν συνεχώς ρήγματα και ο Αυτοκράτορας, πολεμώντας ως απλός στρατιώτης, έπεσε στην μάχη. Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες για τον θάνατο του και για τον λόγο αυτό ο θάνατός του έγινε γρήγορα θέμα ενός θρύλου που έχει συσκοτίσει την ιστορική πραγματικότητα. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να σπάσουν τη γραμμή άμυνας των τειχών, παρά μόνο όταν από εσωτερική προδοσία μπήκαν από την Κερκόπορτα και περικύκλωσαν τους αμυνόμενους.
Θρύλοι και παραδόσεις
Ο τρόπος που θυσιάστηκε ο τελευταίος Αυτοκράτορας, καθώς και ότι δεν διασώθηκαν πληροφορίες για τις τελευταίες στιγμές του στο πεδίο της μάχης, αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για ποικίλους θρύλους με κυριότερο αυτόν του «μαρμαρωμένου βασιλιά» που περιμένει την στιγμή να ανακτήσει την Πόλη και την Αυτοκρατορία του.
Μια λαϊκή χριστιανική παράδοση, αναφέρει ότι τη στιγμή που διέρρηξαν οι Τούρκοι την πύλη της Αγίας Σοφίας τελούνταν θεία λειτουργία και ο ιερέας τη στιγμή που είδε τους μουσουλμάνους να ορμούν στο πλήθος των πιστών, εισήλθε και εξαφανίσθηκε μέσα στον τοίχο, πίσω από το Άγιο Βήμα, που άνοιξε μπροστά του κατά τρόπο μαγικό. Λέγονταν ότι όταν η Κωνσταντινούπολη θα επανέλθει στα χέρια των Χριστιανών, ο ιερέας θα βγει από τον τοίχο για να συνεχίσει την λειτουργία.Ένας άλλος θρύλος λέει ότι ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος στο ένα του χέρι είχε έξι δάχτυλα και αν βρεθεί κάποιος Έλληνας που έχει έξι δάχτυλα τότε θα ανακτήσει ( ο Κωνσταντίνος ) την Πόλη και την αυτοκρατορία του.
Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ο Αμερικάνος ιστορικός Ε. Α. Γκρόσβενορ αναφέρει ότι στην συνοικία Αμπού Βέφα στην Κωνσταντινούπολη, υπήρχε ένας χαμηλός ανώνυμος τάφος τον οποίο οι Έλληνες της πόλης τιμούσαν ως τάφο του Κωνσταντίνου και τον χρησιμοποιούσαν κρυφά ως τόπο προσευχής. Όμως η Οθωμανική Κυβέρνηση επενέβη εκείνη την εποχή επιβάλλοντας ποινές και ερημώνοντας το μέρος.
Μια πολύ όμορφη και ταυτόχρονα συγκινητική προσπάθεια έχουν αναλάβει οι εθελοντές της δράσης «Μέριμνα για τα Αδέσποτα Ζώα, Κουφάλια». Η δράση αποτελείται αποκλειστικά από εθελοντές, 80 τον αριθμό, της γύρω περιοχής και σκοπό έχει την προστασία και περίθαλψη των αδέσποτων ζώων. Ο σύλλογος είναι νεοσύστατος (για την ακρίβεια η γραφειοκρατία καλά κρατεί ακόμα και έτσι δεν έχει πάρει την τελική απόφαση καταστατικού από το πρωτόδικοι).
Η απόφαση για να ξεκινήσει η δράση πάρθηκε στις αρχές του χρόνου, όταν πια το πρόβλημα με τα αδέσποτα ζώα της περιοχής πήρε μεγάλες διαστάσεις. Οι εθελοντές ευαισθητοποιημένοι θέλησαν να ενώσουν τις δυνάμεις και τις προσπάθειες τους ώστε να έχουν καλύτερα αποτελέσματα.
Από τότε έχουν βοηθήσει δεκάδες αδέσποτα. Στειρώνουν, εμβολιάζουν, αποπαρασιτώνουν, περιθάλπουν και επανεντάσσουν τα ζώα αυτά.
Παρά τις υπέρμετρες προσπάθειες τους όμως χρειάζονται κι άλλη βοήθεια με κάθε τρόπο. Ζητούν οικογένειες που θα φιλοξενήσουν ή θα υιοθετήσουν τα τόσο άτυχα και συνάμα τόσο τρυφερά και φιλικά ζώα.