Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος (17 Ιανουαρίου 1939 - 28 Ιανουαρίου 2008) γεννήθηκε στην Αθήνα και το κοσμικό του όνομα ήταν Χρήστος Παρασκευαΐδης, του Κωνσταντίνου και της Βασιλικής. Διετέλεσε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος για σχεδόν δέκα χρόνια, από το 1998 ως το θάνατό του το 2008.
Η ζωή του
Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στην Ξάνθη, όπου ζούσε η από την Αδριανούπολη καταγόμενη οικογένειά του. Μετά την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το 1941, η οικογένειά του μετακόμισε για λόγους ασφαλείας στην Αθήνα, όπου ο μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος έζησε μέχρι την ηλικία των 35 ετών. Μαθήτευσε στο Λεόντειο Λύκειο Πατησίων και στο Εθνικό Ωδείο. Το 1962 έλαβε το πτυχίο της Νομικής και το 1967 το πτυχίο της Θεολογικής. Ήταν διδάκτωρ της Θεολογίας, πτυχιούχος της γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, γνώστης δε της ιταλικής και γερμανικής γλώσσας.
Διάκονος χειροτονήθηκε το 1961 και πρεσβύτερος το 1965. Διετέλεσε επί 9 χρόνια ιεροκήρυκας και πνευματικός προϊστάμενος του Ι.Ν. της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Παναγίτσας) στο Παλαιό Φάληρο. Χρημάτισε επίσης γραμματέας και αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου επί αρχιεπισκοπίας Ιερωνύμου και Σεραφείμ. Το 1974 εξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού. Έλαβε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό. Συνέγραψε πλήθος Θεολογικών και ηθικοπλαστικών κειμένων. Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό τύπο και σε εφημερίδες. Το 1998 εξελέγη από την ιεραρχία Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος.
Ήταν επίσης Πρόεδρος του Δ.Σ της Σιβιτανιδείου Σχολής.
Το έργο του
Κατά τον χρόνο αρχιερατείας του Χριστόδουλου στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών ιδρύθηκαν τα παρακάτω:
το Ίδρυμα Διακονίας, μία υπηρεσία για τα ναρκωτικά με κέντρο πρόληψης και διάφορες εκδηλώσεις και άλλες δραστηριότητες
το Γραφείο Νεότητας με κατασκηνώσεις, αθλητικές δραστηριότητες, ραδιόφωνο, φοιτητικές συνάξεις, σχολές βυζαντινής μουσικής, συνάξεις και άλλα.
Από το 2000 λειτουργεί η Αλληλεγγύη, μία μη κυβερνητική οργάνωση της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μερικές από τις χώρες που δέχθηκαν την ποικιλόμορφη προσφορά (τρόφιμα, ρούχα, φάρμακα, τεχνολογικό υλικό, βιβλία και άλλα): Αιθιοπία, Αλβανία, Αρμενία, Αφγανιστάν, Βουλγαρία, Γεωργία, Ερυθραία, Ζιμπάμπουε, Ιορδανία, Ινδία, Ιράκ, Καζακστάν, Λίβανος, Μαυροβούνιο, Μπεσλάν (Β. Οσετία), Ν.Α. Ασία, Νότια Αφρική, Ουζμπεκιστάν, Ουκρανία, Πακιστάν, Παλαιστίνη, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία, Συρία, Τουρκία, Τσεχία.
Επίσης καθιερώθηκε η επιδότηση τρίτου παιδιού στα πλαίσια «προγράμματος στήριξης χριστιανικών οικογενειών της Θράκης» με τη μορφή μηνιαίου επιδόματος 35.000-40.000 δραχμών ανά παιδί ανά μήνα, με θετικά αποτελέσματα προς την κατεύθυνση της αύξησης των γεννήσεων με τον αριθμό «των γεννηθέντων ως τρίτων τέκνων...δι' έκαστον των ετών εφαρμογής αυτού, υπερδιπλάσιο των προ της εφαρμογής του Προγράμματος ετών». Το πρόγραμμα αυτό συνάντησε έντονες αντιδράσεις και χαρακτηρίστηκε από τον «Ιό» της Κυριακής ως ρατσιστικό διότι παρέβλεπε τις πολυπληθείς μουσουλμανικές οικογένειες καταβάλλοντας το επίδομα μόνο στις χριστιανικές. Η Ιερά Σύνοδος με επιστολη της απάντησε στην επιχειρηματολογία λέγοντας πως καταβάλλει το επίδομα μόνο στις χριστιανικές οικογένειες επειδή σε αυτές μόνο έχει πρόσβαση επειδή είναι μέλη της, ενώ έθιξε και ζήτημα διαρκούς απραξίας των κατηγόρων του προγράμματος. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ληξιαρχείων, το μέτρο της Ιεράς Συνόδου βοήθησε να αυξηθεί η γεννητικότητα των χριστιανικών οικογενειών καθώς οι οικογένειες που απέκτησαν τρίτο παιδί έφτασαν μέσα σε τέσσερα χρόνια τις 800 από περίπου 100.
Δημόσια παρουσία
Κατά την περίοδο της δικτατορίας
Ο Αρχιεπίσκοπος είχε δηλώσει ότι:
«Ομολογώ ότι δεν ήξερα πως γίνονταν βασανιστήρια, πως υπήρχε ΕΑΤ-ΕΣΑ. Όλα αυτά ήρθαν στο φως μετά. Δεν πειράζει, μπορεί να τα ήξερε ο τότε αρχιεπίσκοπος, αν τα ήξερε και σιώπησε έκανε άσχημα. Στον κύκλο μου δεν είχα ακούσει τέτοια πράγματα, δεν άκουγα ξένους σταθμούς, εκ των υστέρων τα έμαθα. Θα πει κανείς ότι ήμουν βαθιά νυχτωμένος. Μπορεί γιατί εγώ τότε σπούδαζα».
Ο Μητροπολίτης Ζακύνθου, ο οποίος φερόταν ως αντιπολιτευόμενος επίσκοπος, είχε δηλώσει πως πιστεύει ότι ο Αρχιεπίσκοπος ψεύδεται, γιατί ένα διάστημα της περιόδου της Επταετίας -συγκεκριμένα, από το 1968 έως το 1974- ήταν γραμματέας της Ιεράς Συνόδου. Από τη θέση αυτή ήταν υποχρεωμένος να διαβάζει τις επίσημες επιστολές του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών προς την Ιερά Σύνοδο, στις οποίες διαμαρτυρόταν για τα βασανιστήρια που λάμβαναν χώρα στην Ελλάδα την περίοδο εκείνη και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ουδέν απολύτως είχε πράξει.
Κατά την περίοδο της δικτατορίας
Ο Αρχιεπίσκοπος είχε δηλώσει ότι:
«Ομολογώ ότι δεν ήξερα πως γίνονταν βασανιστήρια, πως υπήρχε ΕΑΤ-ΕΣΑ. Όλα αυτά ήρθαν στο φως μετά. Δεν πειράζει, μπορεί να τα ήξερε ο τότε αρχιεπίσκοπος, αν τα ήξερε και σιώπησε έκανε άσχημα. Στον κύκλο μου δεν είχα ακούσει τέτοια πράγματα, δεν άκουγα ξένους σταθμούς, εκ των υστέρων τα έμαθα. Θα πει κανείς ότι ήμουν βαθιά νυχτωμένος. Μπορεί γιατί εγώ τότε σπούδαζα».
Ο Μητροπολίτης Ζακύνθου, ο οποίος φερόταν ως αντιπολιτευόμενος επίσκοπος, είχε δηλώσει πως πιστεύει ότι ο Αρχιεπίσκοπος ψεύδεται, γιατί ένα διάστημα της περιόδου της Επταετίας -συγκεκριμένα, από το 1968 έως το 1974- ήταν γραμματέας της Ιεράς Συνόδου. Από τη θέση αυτή ήταν υποχρεωμένος να διαβάζει τις επίσημες επιστολές του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών προς την Ιερά Σύνοδο, στις οποίες διαμαρτυρόταν για τα βασανιστήρια που λάμβαναν χώρα στην Ελλάδα την περίοδο εκείνη και ο τότε Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος ουδέν απολύτως είχε πράξει.
Ως Μητροπολίτης Δημητριάδος
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος στην Παναγία Σουμελά, Καστανιά Ημαθίας.
Κατά τα 24 χρόνια που διετέλεσε Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού, επετέλεσε μεγάλο έργο στην περιοχή και αγαπήθηκε από το τοπικό ποίμνιο. Ίδρυσε ραδιοφωνικό σταθμό (τον πρώτο για Μητρόπολη εκτός Αθηνών), ιδιωτικό σχολείο της Μητρόπολης, ενώ ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη νεολαία. Παράλληλα αρθρογραφούσε από τη θέση αυτή σε πολλά έντυπα, εκφράζοντας απόψεις με τρόπο δυναμικό, που συχνά προξενούσε αντιδράσεις.
Εξαιτίας ενός τέτοιου άρθρου του, που δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο, το δημοτικό συμβούλιο του Βόλου, με ψήφισμά του στις 28 Ιουνίου 1984 τον κήρυξε «ανεπιθύμητο» για την πόλη, καθώς θεωρήθηκε ότι με το άρθρο του αυτό είχε «ξεφύγει από τα πλαίσια των θρησκευτικών καθηκόντων του και έβαλλε και κατ' αυτών ακόμη των Δημοκρατικών Θεσμών».
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος στην Παναγία Σουμελά, Καστανιά Ημαθίας.
Κατά τα 24 χρόνια που διετέλεσε Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού, επετέλεσε μεγάλο έργο στην περιοχή και αγαπήθηκε από το τοπικό ποίμνιο. Ίδρυσε ραδιοφωνικό σταθμό (τον πρώτο για Μητρόπολη εκτός Αθηνών), ιδιωτικό σχολείο της Μητρόπολης, ενώ ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη νεολαία. Παράλληλα αρθρογραφούσε από τη θέση αυτή σε πολλά έντυπα, εκφράζοντας απόψεις με τρόπο δυναμικό, που συχνά προξενούσε αντιδράσεις.
Εξαιτίας ενός τέτοιου άρθρου του, που δημοσιεύτηκε στον τοπικό τύπο, το δημοτικό συμβούλιο του Βόλου, με ψήφισμά του στις 28 Ιουνίου 1984 τον κήρυξε «ανεπιθύμητο» για την πόλη, καθώς θεωρήθηκε ότι με το άρθρο του αυτό είχε «ξεφύγει από τα πλαίσια των θρησκευτικών καθηκόντων του και έβαλλε και κατ' αυτών ακόμη των Δημοκρατικών Θεσμών».
Ως Αρχιεπίσκοπος
Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, σταθερά από το 1998 που ενθρονίστηκε, εμφανίστηκε να κατέχει υψηλά ποσοστά δημοτικότητας. Αυτό αποδίδεται στο ότι ο Αρχιεπίσκοπος από τις πρώτες ημέρες της θητείας του επέδειξε έναν έντονο δημόσιο λόγο και έτυχε αρκετής προβολής από τα Μ.Μ.Ε., αντίθετα με τους προκατόχους του.
Έντονη και ιδιαίτερα εμφανής ήταν επίσης η προσπάθειά του να προσεγγίσει τους νέους, χρησιμοποιώντας δημώδεις εκφράσεις της κοινής καθομιλουμένης της νεολαίας, π.χ. «σας πάω», φράση η οποία ειπώθηκε κατά την πρώτη περίοδο της θητείας του, αποτεινόμενος σε ομιλία του προς νέους που παρευρίσκονταν στη Λειτουργία. Η χρήση της φράσης αυτής εκλήφθη ως δήλωση συμπαράστασης και κατανόησης του Αρχιεπίσκοπου προς τη νεολαία και τα προβλήματά της. Κατέληξε, όμως, από ορισμένους, αντικείμενο αρνητικών χαρακτηρισμών: Σε τηλεοπτικές του εμφανίσεις, ο Αρχιεπίσκοπος είχε επανειλημμένα αποφύγει να αναφερθεί στις σύγχρονες απόψεις επί της σεξουαλικότητας των νέων, εμμένοντας στον συγχωρητικό χαρακτήρα της Εκκλησίας, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τις θέσεις της Εκκλησίας πάνω στην ομοφυλοφιλία, ή προβάλλοντας την άποψη πως πλησιάζοντας ο νέος την Εκκλησία σταδιακά θα αλλάξει εμφάνιση και συμπεριφορά. Το σχετικό σχόλιο ελήφθη ως έμμεση αμφισβήτηση για την εξωτερική όψη εκείνων που δεν υιοθετούν τα παραδοσιακά πρότυπα που ενστερνίζεται η Εκκλησία της Ελλάδος και ως υπαναχώρηση και ανάκληση της αρχικής εκδήλωσης συμπαράστασης. Παρ' όλα αυτά, με δήλωσή του στην τηλεόραση ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος είχε χαρακτηρίσει την ομοφυλοφιλία «κουσούρι».
Ταυτότητες
Το πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου συνδέθηκε άμεσα με μία μεγάλη σύγκρουση μεταξύ εκκλησίας και πολιτείας, που ξέσπασε το 2001, όταν η ελληνική κυβέρνηση υπό την πρωθυπουργία του Κωνσταντίνου Σημίτη επιχείρησε, κατόπιν υποδείξεως της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων να αφαιρέσει την αναγραφή του θρησκεύματος από την αστυνομικη ταυτότητα των Ελλήνων πολιτών. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αντιτάχθηκε σθεναρά στην απόφαση, ισχυριζόμενος ότι προστάχθηκαν «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες». Οργάνωσε δύο συλλαλητήρια στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, μαζί με πολλούς επισκόπους της Εκκλησίας της Ελλάδας. Ακόμη, έγινε προσπάθεια συλλογής υπογραφών για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, η οποία κατέληξε στη συλλογή, κατά τα στοιχεία της Εκκλησίας, 3 εκατομμυρίων υπογραφών. Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μετέπειτα πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής υπέγραψε το αίτημα της Εκκλησίας. Ωστόσο, η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, ακόμα και σε εθελοντική βάση, όπως ζήτησε τελικά ο Αρχιεπίσκοπος, κρίθηκε αντισυνταγματική από τα ελληνικά δικαστήρια και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος απέρριψε το αίτημα του Αρχιεπισκόπου, καθώς δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα τέτοια διαδικασία για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Έκτοτε, οι αστυνομικές ταυτότητες δεν αναγράφουν το θρήσκευμα του κατόχου τους. Το όλο ζήτημα, όμως, έλαβε διχαστικό χαρακτήρα, καθώς η Εκκλησία παρουσιάστηκε ανυποχώρητη στο αίτημά της, προκάλεσε την ανταλλαγή βαρέων φράσεων και χαρακτηρισμών, τη στιγμή που ήταν προβλέψιμο ότι η ελληνική έννομη τάξη καθώς και η πάγια νομολογία του ΕΔΑΔ δεν επέτρεπαν το αίτημα της εκκλησίας . Ακολούθως και η επόμενη κυβέρνηση Καραμανλή δεν κατήργησε το μέτρο της μη αναγραφής, δεσμευόμενη από τις αποφάσεις της ελληνικής διοικητικής δικαιοσύνης .
Έντονη και ιδιαίτερα εμφανής ήταν επίσης η προσπάθειά του να προσεγγίσει τους νέους, χρησιμοποιώντας δημώδεις εκφράσεις της κοινής καθομιλουμένης της νεολαίας, π.χ. «σας πάω», φράση η οποία ειπώθηκε κατά την πρώτη περίοδο της θητείας του, αποτεινόμενος σε ομιλία του προς νέους που παρευρίσκονταν στη Λειτουργία. Η χρήση της φράσης αυτής εκλήφθη ως δήλωση συμπαράστασης και κατανόησης του Αρχιεπίσκοπου προς τη νεολαία και τα προβλήματά της. Κατέληξε, όμως, από ορισμένους, αντικείμενο αρνητικών χαρακτηρισμών: Σε τηλεοπτικές του εμφανίσεις, ο Αρχιεπίσκοπος είχε επανειλημμένα αποφύγει να αναφερθεί στις σύγχρονες απόψεις επί της σεξουαλικότητας των νέων, εμμένοντας στον συγχωρητικό χαρακτήρα της Εκκλησίας, χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις σχετικά με τις θέσεις της Εκκλησίας πάνω στην ομοφυλοφιλία, ή προβάλλοντας την άποψη πως πλησιάζοντας ο νέος την Εκκλησία σταδιακά θα αλλάξει εμφάνιση και συμπεριφορά. Το σχετικό σχόλιο ελήφθη ως έμμεση αμφισβήτηση για την εξωτερική όψη εκείνων που δεν υιοθετούν τα παραδοσιακά πρότυπα που ενστερνίζεται η Εκκλησία της Ελλάδος και ως υπαναχώρηση και ανάκληση της αρχικής εκδήλωσης συμπαράστασης. Παρ' όλα αυτά, με δήλωσή του στην τηλεόραση ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος είχε χαρακτηρίσει την ομοφυλοφιλία «κουσούρι».
Ταυτότητες
Το πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου συνδέθηκε άμεσα με μία μεγάλη σύγκρουση μεταξύ εκκλησίας και πολιτείας, που ξέσπασε το 2001, όταν η ελληνική κυβέρνηση υπό την πρωθυπουργία του Κωνσταντίνου Σημίτη επιχείρησε, κατόπιν υποδείξεως της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων να αφαιρέσει την αναγραφή του θρησκεύματος από την αστυνομικη ταυτότητα των Ελλήνων πολιτών. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος αντιτάχθηκε σθεναρά στην απόφαση, ισχυριζόμενος ότι προστάχθηκαν «από νεο-διανοούμενους που θέλουν να μας επιτεθούν σα σκυλιά και να μας κόψουν τις σάρκες». Οργάνωσε δύο συλλαλητήρια στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, μαζί με πολλούς επισκόπους της Εκκλησίας της Ελλάδας. Ακόμη, έγινε προσπάθεια συλλογής υπογραφών για τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, η οποία κατέληξε στη συλλογή, κατά τα στοιχεία της Εκκλησίας, 3 εκατομμυρίων υπογραφών. Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μετέπειτα πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής υπέγραψε το αίτημα της Εκκλησίας. Ωστόσο, η αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες, ακόμα και σε εθελοντική βάση, όπως ζήτησε τελικά ο Αρχιεπίσκοπος, κρίθηκε αντισυνταγματική από τα ελληνικά δικαστήρια και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος απέρριψε το αίτημα του Αρχιεπισκόπου, καθώς δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα τέτοια διαδικασία για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Έκτοτε, οι αστυνομικές ταυτότητες δεν αναγράφουν το θρήσκευμα του κατόχου τους. Το όλο ζήτημα, όμως, έλαβε διχαστικό χαρακτήρα, καθώς η Εκκλησία παρουσιάστηκε ανυποχώρητη στο αίτημά της, προκάλεσε την ανταλλαγή βαρέων φράσεων και χαρακτηρισμών, τη στιγμή που ήταν προβλέψιμο ότι η ελληνική έννομη τάξη καθώς και η πάγια νομολογία του ΕΔΑΔ δεν επέτρεπαν το αίτημα της εκκλησίας . Ακολούθως και η επόμενη κυβέρνηση Καραμανλή δεν κατήργησε το μέτρο της μη αναγραφής, δεσμευόμενη από τις αποφάσεις της ελληνικής διοικητικής δικαιοσύνης .
Αντιπαράθεση με την Πολιτεία, τα Μ.Μ.Ε. και άλλους ιεράρχες
Ο δημόσιος λόγος του Αρχιεπισκόπου για ζητήματα που πολλές φορές άπτονται της πολιτικής, με την ευρεία έννοια, έφερνε συχνά αντιδράσεις. Οι φιλικές απόψεις που διατυπώνονταν σχετίζονταν με το δικαίωμα κάθε πολίτη της χώρας να μιλά για όποιο θέμα επιλέγει, ενώ ο αντίλογος ζητούσε ουσιαστικά ο λόγος του Αρχιεπισκόπου να μην περιέχει κρίσεις σε έντονο ύφος που θα μπορούσαν να εκληφθούν ως αντιπολιτευτικές και ως χρησιμοποίηση της θέσης ισχύος του Αρχιεπισκόπου για επιρροή του θρησκευόμενου λαού. Συχνά, οι δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου ερμηνεύονταν ως πολιτικές τοποθετήσεις και επίδειξη δύναμης, που σκοπό είχαν να πλήξουν, την ώρα των εκλογών, την κυβέρνηση που τοποθετήθηκε απέναντι στα αιτήματα της Εκκλησιαστικής ιεραρχίας.
Αυτές οι ρήξεις, οδήγησαν επανειλημμένα σε δημόσιες αντιπαραθέσεις όπου εμπλέκονταν και τα Μ.Μ.Ε. Η αριστερά, και άλλοι εκπρόσωποι της πολιτικής ζωής, συχνά εναντιώνονταν δημόσια στις εκάστοτε δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου. Προκάλεσε δημόσιο σχολιασμό η δήλωσή του περί άγνοιας για τα τραγικά σύμβαντα στη διάρκεια της δικτατορίας 1967-74, όπως και οι φημολογίες για αλλεπάλληλα οικονομικά και γενετήσια σκάνδαλα στους κόλπους της Εκκλησίας που δημιούργησαν αρνητικές εντυπώσεις, χωρίς όμως να διερευνηθούν δικαστικά.
Την παραίτηση του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου είχε ζητήσει ο πρόεδρος του Συνασπισμού, Αλέκος Αλαβάνος, εξαιτίας κειμένου που αποκαλούσε «νέους Διοκλητιανούς» όσους ζητούν χωρισμό κράτους-Εκκλησίας, δηλώνοντας ότι «χρησιμοποιεί το θρησκευτικό συναίσθημα για να διχάσει τον λαό σε πιστούς και σε άπιστους».
Η ασθένεια και ο θάνατός του
Toν Ιούνιο του 2007 ο Αρχιεπίσκοπος διαγνώστηκε ότι πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου και χειρουργήθηκε με επιτυχία για την αφαίρεση του όγκου. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας όμως διαγνώστηκε και δεύτερος καρκίνος στο ήπαρ, καθώς και κίρρωση, που ήταν αποτέλεσμα χρόνιας ηπατίτιδας. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς μεταφέρθηκε στις ΗΠΑ και τέθηκε σε αναμονή εύρεσης μοσχεύματος, προκειμένου να γίνει μεταμόσχευση ήπατος. Αν και το μόσχευμα βρέθηκε, κατά τη χειρουργική επέμβαση στις 8 Οκτωβρίου δεν έγινε η μεταμόσχευση, καθώς διαπιστώθηκαν πολλαπλές μεταστάσεις . Λίγες εβδομάδες αργότερα επέστρεψε στην Ελλάδα όπου συνέχισε τη θεραπεία του.
Κατά τη διάρκεια της κατ' οίκον νοσηλείας του, τον Αρχιεπίσκοπο επισκέφθηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, ο Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής, αρκετοί ακόμα πολιτικοί καθώς και Συνοδικοί Μητροπολίτες. Η θεραπευτική αγωγή που ακολουθούσε του δημιουργούσε παρενέργειες και σταδιακή επιδείνωση της υγείας του. Στα τελευταία στάδια της ασθένειας του αρνήθηκε περαιτέρω ιατρική αγωγή, καθώς και να μεταφερθεί σε νοσοκομείο.
Στις 28 Ιανουαρίου του 2008 στις 5:15 το πρωί άφησε τη τελευταία του πνοή σε ηλικία 69 ετών. Απεβίωσε στην οικία του, όπως ο ίδιος ζήτησε, χωρίς να μεταφερθεί σε νοσοκομείο, παρά την επιδείνωσή της υγείας του που τον οδήγησε στο να καταλήξει. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας η σορός του μεταφέρθηκε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας για λαϊκό προσκύνημα. Ανήμερα του θανάτου του, η ελληνική κυβέρνηση δια του Υπουργείου Εσωτερικών κήρυξε τετραήμερο εθνικό πένθος.
Εξόδιος ακολουθία
Η εξόδιος ακολουθία του μακαριστού αρχιεπισκόπου έγινε την Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2008, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας, χοροστατούντος του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Ξεκίνησε στις 10.00 με την άφιξη το Ναό του Προέδρου της Δημοκρατίας συνοδευόμενου από τη σύζυγό του, ενώ οι επίσημοι και αντιπροσωπείες άρχισαν να φθάνουν από τις 09.00 τους οποίους και υποδεχόταν ο Νομάρχης Αθηνών. Στην ακολουθία παρευρέθηκε εκτός της Ιεράς Συνόδου, σύσσωμη η Κυβέρνηση και οι αρχηγοί των πολιτικών κομμάτων, ο Πρόεδρος της Βουλής, οι τ. Προέδροι της Δημοκρατίας, ο τ. Βασιλεύς και τ. Βασίλισσα, οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων, και Ρουμανίας, οι Αρχιεπίσκοποι Κύπρου, Αλβανίας, Αμερικής και Κρήτης, Μητροπολίτες - εκπρόσωποι των Πατριαρχών Αντιοχείας και Μόσχας, 4μελή αντιπροσωπεία του Πατριάρχου των Κοπτών Αιγύπτου και Αιθιοπίας, Καρδινάλιος εκπρόσωπος του Πάπα, ο επίσκοπος Λονδίνου ως εκπρόσωπος της Αγγλικανικής Εκκλησίας, ο Μουφτής Ξάνθης καθώς και πολλοί άλλοι εκκλησιαστικοί αντιπρόσωποι άλλων θρησκειών. Επίσης μεγάλος ήταν και ο αριθμός των ξένων διπλωματών ορθοδόξων και μη Χωρών, ενώ έξω από το Ναό πλήθος κόσμου είχε προσέλθει για να απευθύνει το «ύστατο χαίρε».
Ακολούθησαν επικήδειοι λόγοι από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμο που εκπροσώπησε την Εκκλησία της Ελλάδος, τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων εκπροσωπώντας τη Κυβέρνηση, τον Πρόεδρο της Βουλής και τον Δήμαρχο Αθηναίων. Στη συνέχεια το φέρετρο τοποθετήθηκε επάνω σε κιλλίβαντα πυροβόλου. Η πομπή κατάληξε στο Α Νεκροταφείο Αθηνών όπου ακολούθησε πατριαρχικό τρισάγιο και στη συνέχεια η ταφή.
Συγγραφικό έργο
«Ιστορική και Κανονική θεώρησις του Παλαιοημερολογητικού ζητήματος κατά τε την γένεσιν και την εξέλιξιν αυτού εν Ελλάδι»
«Ελληνισμός προσήλυτος.Η μετάβαση από την αρχαιότητα στο χριστιανισμό»
«Οι "φέρουσες" ή "υποκαθιστώσες" μητέρες από χριστιανική άποψη», Αθήνα 1985
«Τεχνητή γονιμοποίηση και χριστιανική ηθική», Αθήνα 1988
«Ηθικά και δεοντολογικά προβλήματα στην τεχνητή γονιμοποίηση», Αθήνα 1988
«Βασικά σημεία ηθικής ιατρικής δεοντολογίας», Αθήνα 1989
«Το ιατρικό απόρρητο: Η έκταση της εφαρμογής του και τα νέα ηλεκτρονικά δεδομένα που το απειλούν», Αθήνα 1996.
«Η Εκκλησία μπροστά στην πρόκληση του AIDS», Αθήνα 1993
«Προβληματισμοί από την εξέλιξη της γενετικής τεχνολογίας», Βόλος 1984
«Εγκεφαλικός ή καρδιακός θάνατος; συμβολή στην εξελικτική πορεία των μεταμοσχεύσεων», Αθήνα 1992
«Έρευνες και πειράματα επί του εμβρύου, η Ευρωπαϊκή πρακτική και μια Ορθόδοξη θέση», Αθήνα 1990
«Ευγονική: ηθικοί προβληματισμοί και προοπτικές», Αθήνα 1997
«Το δικαίωμα σ' έναν αξιοπρεπή θάνατο», Αθήνα 1994
«Νεώτερες απόψεις περί της ευθανασίας», Αθήνα 1986
«Κλωνοποίηση και DNA: στην υπηρεσία της ζωής ή του ολέθρου;», Αθήνα 1995
«Οι μεταμοσχεύσεις από χριστιανική άποψη», Βόλος 1987
«Διαθρησκειακή θεώρηση των μεταμοσχεύσεων», Αθήνα 1991
«Ηθική και πνευματική θεώρηση της οικονομικοποιημένης υγείας», Αθήνα 1998
«Μουσικολογικά ανάλεκτα»
«Εγχειρίδιον του Ιεροψάλτου»
«Να σας ζήσει …»
«Η εργατικότης της Παναγίας, ιδίως μετά την Κοίμησιν»
«Καλοστεριωμένοι»
«Εκ του θανάτου εις την ζωήν»
«Υμνολογικαί μελέται»
«Φεμινισμός και Εκκλησία»
«Καταστροφικές λατρείες»
«Λόγος ευθύνης»
«Γρηγόριος ο Ε', Ο εθνάρχης της οδύνης»
«Η γυμνή αλήθεια για τους Ιεχωβάδες»
«Μελέτιος ο Πηγάς»
«Η Θεία Ευχαριστία»
«Η ψυχή της Ευρώπης», Αθήνα 2004
«Το Θείο Πάθος»
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εκοιμήθη ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος
28 Ιανουαρίου 2008 (18:24 UTC+2)Στις 28 Ιανουαρίου και ώρα 5.15 ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος έφυγε από τη ζωή, χάνοντας τη μάχη που έδινε επί 7 μήνες τώρα με την επάρατη νόσο. Λίγο νωρίτερα οι γιατροί, οι στενοί του συνεργάτες και πολλοί κληρικοί έσπευσαν στην αρχιεπισκοπική κατοικία στο Ψυχικό.
Ο αρχιεπίσκοπος κατέληξε στην κατοικία του καθώς οι γιατροί σεβάστηκαν την επιθυμία του να μην μεταφερθεί στο νοσοκομείο.
Η σορός του αρχιεπισκόπου θα εκτεθεί σε τριήμερο προσκύνημα ,ενώ η κηδεία θα γίνει με τιμές αρχηγού κράτους.
28 Ιανουαρίου 2008 (18:24 UTC+2)Στις 28 Ιανουαρίου και ώρα 5.15 ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος έφυγε από τη ζωή, χάνοντας τη μάχη που έδινε επί 7 μήνες τώρα με την επάρατη νόσο. Λίγο νωρίτερα οι γιατροί, οι στενοί του συνεργάτες και πολλοί κληρικοί έσπευσαν στην αρχιεπισκοπική κατοικία στο Ψυχικό.
Ο αρχιεπίσκοπος κατέληξε στην κατοικία του καθώς οι γιατροί σεβάστηκαν την επιθυμία του να μην μεταφερθεί στο νοσοκομείο.
Η σορός του αρχιεπισκόπου θα εκτεθεί σε τριήμερο προσκύνημα ,ενώ η κηδεία θα γίνει με τιμές αρχηγού κράτους.
Τρισάγιο στη μνήμη του μακαριστού Χριστόδουλου
Τρισάγιο στη μνήμη του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το θάνατο του, τέλεσε στο Α' νεκροταφείο ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος.
Τρισάγιο στη μνήμη του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου από το θάνατο του, τέλεσε στο Α' νεκροταφείο ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος.
«Είναι σαν να μη πέρασε μια μέρα», σημείωσε ο αρχιεπίσκοπος και ότι ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος προσέφερε έργο στην Εκκλησία, έργο το οποίο ίδιος σέβεται και θα συνεχίσει για το καλό της Εκκλησίας.
Την Κυριακή θα τελεστεί από τον κ. Ιερώνυμο το ετήσιο μνημόσυνο στην Ιερά Μητρόπολη Αθηνών.
Την Κυριακή θα τελεστεί από τον κ. Ιερώνυμο το ετήσιο μνημόσυνο στην Ιερά Μητρόπολη Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου